Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

Για την τιμή του διαλόγου

Hμερομηνία δημοσίευσης19-10-10
Του Μιχαλη Πιτσιλιδη*

Ο διάλογος για τις λιανικές τιμές των φαρμάκων και τα φαρμακεία προχώρησε πολύ στην «Καθημερινή», βοηθώντας όλες τις πλευρές να φτάσουν σε κάποια ουσιαστικά συμπεράσματα. Απαντώντας στον υπογράφοντα, ο κ. Γιάννης Δαγρές, μέλος του Δ.Σ. του Φαρμακευτικού Συλλόγου Αττικής, ισχυρίζεται τα εξής:

«Αναφορικά με τις επισημάνσεις για τα φαρμακεία του κ. Πιτσιλίδη στην “Καθημερινή” της Τρίτης 5 Οκτωβρίου 2010, θα ήθελα να θυμίσω τα εξής: Υπάρχει μια αληθοφάνεια στο να υποθέτει κανείς ότι οι φαρμακοποιοί κερδίζουν περισσότερα απ’ ό,τι πρέπει στα ακριβά π.χ. φάρμακα, καθώς το 23,35% κέρδος των φαρμακείων πάνω σε αυτά είναι μεγάλο. Αυτό θα μπορούσε όντως να το υποθέσει κανείς... αρκεί να ήταν αλήθεια. Το κακό είναι ότι δεν είναι. Η νέα αγορανομική διάταξη 7/2010 (5 Αυγούστου 2010) έριξε το κέρδος των φαρμακείων σε αυτά, από το 23,35% στο 13,74%, δηλαδή 10 μονάδες πιο κάτω. Με αυτόν τον τρόπο ικανοποιήθηκε και η “παρρησία” του κ. Μάνου που επικαλέστηκε παράδειγμα χώρας (Σουηδία) στην οποία πάντως οι πολίτες, με το “καινοτόμο σύστημα ποσοστών κέρδους” που προτείνει, πληρώνουν τα απείρως περισσότερα (άρα και ακριβότερα αθροιστικά) καθημερινά φάρμακα στην τριπλάσια τιμή από τον Ελληνα συνάνθρωπό τους, σύμφωνα με το παράδειγμα του ιδίου».

Ο κ. Γιάννης Δαγρές κάνει λάθος. Η αγορανομική διάταξη την οποία επικαλείται, η 7/2010, αφορά ακριβά φάρμακα (για σοβαρές παθήσεις), αλλά μόνον εκείνα της παρ. 2 του άρθρου 12 του νόμου 3816/2010 και όχι όλα τα ακριβά φάρμακα. Συνολικώς, αφορά μόνο 89 σκευάσματα. Επιπλέον, το ποσοστό κέρδους που ορίζει για τον φαρμακοποιό είναι 18% και όχι 13,74%. Κι αυτό το 18% είναι μακράν το υψηλότερο από όλες τις χώρες της Ε.Ε., στις περισσότερες από τις οποίες για τα φάρμακα αυτά και πολλά άλλα προβλέπεται ένα μικρό, σταθερό κέρδος. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι, παλαιότερα, τα φάρμακα αυτά χορηγούνταν μόνο από τα φαρμακεία των νοσοκομείων. Επομένως αποτελούν νέα πηγή υψηλών κερδών για το φαρμακείο και όχι μείωση ποσοστού, όπως παραπλανητικά ισχυρίζεται ο κ. Δαγρές.

Αλλά αφού ο κ. Δαγρές θεωρεί ότι οι Σουηδοί βλάπτονται γιατί αγοράζουν πολύ πιο ακριβά από εμάς τα φθηνά φάρμακα και θεωρεί ότι εκεί τα φάρμακα είναι «αθροιστικά ακριβότερα», είναι να απορεί κανείς γιατί αρνείται το σουηδικό πρότυπο που πρότεινε ο κ. Στέφανος Μάνος. Αθροιστικά ακριβότερα, αν δεν κάνω λάθος, σημαίνει και περισσότερα κέρδη για τον φαρμακοποιό. Αυτό δεν είναι το επιθυμητό;

Σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2010, ο κ. Πάσχος Μανδραβέλης τοποθετείται στο ζήτημα του σταθερού και καθορισμένου από την Πολιτεία ποσοστού κέρδους των φαρμακοποιών. Μεταξύ άλλων, αναφέρει τα εξής: «Σε συναλλαγές συναινούντων ενηλίκων (και με δεδομένες τις εναλλακτικές λύσεις που πρέπει να έχει ένας καταναλωτής, δηλαδή αν υπάρχει αγορά), το ποσοστό 23,8% δεν είναι ούτε πολύ ούτε λίγο. Δεν μπορεί να κριθεί, όπως δεν μπορεί να κριθεί το ποσοστό κέρδους του Αρμάνι, σε σύγκριση με τα κινέζικα. Κάποιοι θέλουν να πληρώνουν την ετικέτα Αρμάνι δίνοντας περιθώριο κέρδους στον μόδιστρο 1.000% και κάποιοι δεν νοιάζονται για φίρμες και αγοράζουν από το καλάθι. Το πρόβλημα ξεκινά αν ο μονοπωλητής της νόμιμης βίας (δηλαδή το κράτος) επιβάλλει να φοράμε όλοι Αρμάνι ή επιβάλλει στον Αρμάνι να πουλά με ποσοστό 23,8%. Στους δικούς μας λογαριασμούς δεν χρειαζόμαστε δερβέναγα. Μπορεί δηλαδή μετά την απελευθέρωση κάποιοι καταναλωτές να προτιμήσουν φαρμακεία που προσφέρουν ωραίο περιβάλλον και φαρμακοποιούς πρόθυμους να εξηγήσουν τα σανσκριτικά που έχουν μέσα στις συσκευασίες τους τα φάρμακα και να πληρώσουν γι’ αυτό ποσοστό κέρδους 30% και μπορεί άλλοι να προτιμήσουν το απρόσωπο φαρμακείο και μετά να βγάλουν τα μάτια τους προσπαθώντας να καταλάβουν τις παρενέργειες των φαρμάκων. Τώρα, με κρατικά καθορισμένο το ποσοστό κέρδους, δεν έχουμε ούτε την υπηρεσία ούτε τη φθήνια από την απουσία της».

Στην τοποθέτησή του ο κ. Πάσχος Μανδραβέλης παραβλέπει δύο παραμέτρους που διαφοροποιούν το φάρμακο από κάθε άλλο εμπόρευμα. Η πρώτη αφορά την ποιότητα. Στα φάρμακα δεν είναι επιτρεπτές οι ποιοτικές διαβαθμίσεις, οι οποίες αποτελούν έναν από τους βασικούς λόγους διαφοροποίησης των τιμών στην ελεύθερη αγορά για όλα τα άλλα προϊόντα – ακόμα και για τα τρόφιμα. Η άλλη παράμετρος αφορά την τριγωνική δομή της φαρμακευτικής αγοράς. Αλλος είναι ο καταναλωτής (ασθενής), άλλος επιλέγει (ο γιατρός) κι άλλος πληρώνει (το κράτος). Την τιμή του προϊόντος «φαρμακευτική περίθαλψη» δεν την ορίζει ο φαρμακοποιός, αλλά ο γιατρός και το κράτος. Ο ασθενής δεν έχει κανένα άμεσο ενδιαφέρον για την τιμή του φαρμάκου ώστε να κάνει έρευνα αγοράς, αφού πληρώνει μικρό μέρος της αξίας του ή καθόλου, όπως συμβαίνει με τα ακριβά φάρμακα. Η τιμή δεν αποτελεί στοιχείο διαφοροποίησης για τον καταναλωτή, αφού δεν επιβαρύνεται με αυτήν. Αντιθέτως, θεωρεί πως όσο ακριβότερο το φάρμακο τόσο καλύτερο το αποτέλεσμα. Πράγμα που δεν αληθεύει…

* Ο Μιχάλης Πιτσιλίδης είναι διευθυντής του περιοδικού Popular Medicine.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_19/10/2010_419202

1 σχόλιο:

  1. Ο Δαγρές δεν κάνει καθόλου λάθος. Λάθος κάνει ο Πιτσιλίδης. Το κέρδος είναι 13,74% και όχι 18%. Αλλά την καλύτερη απάντηση σε όλους τους Πιρσιλαίους, Μάνους και Μανδραβέληδες την έδωσε σήμερα ο Δαγρές και ο Γαλανόπουλος στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Δείτε το link: http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=21/10/2010&id=215701
    Για να βουλώνουν κάποιων τα στόματα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή